- ρίκσταγκ
- το, Νπαραδοσιακή ονομασία τού κοινοβουλίου τής Σουηδίας που μέχρι το 1970 τό αποτελούσαν δύο νομοθετικά σώματα, ονομασία όμως που διατήρησε και το μόνο νομοθετικό σώμα τής χώρας ύστερα από την τροποποίηση τού Συντάγματος το 1970.
Dictionary of Greek. 2013.